- συγκαταιτιάομαι
- συγ-κατ-αιτιάομαι, mit beschuldigen
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
συγκαταιτιαθέντας — συγκαταιτιᾱθέντας , συγκαταιτιάομαι to be jointly accused aor part mp masc acc pl (attic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκαταιτιαθέντων — συγκαταιτιᾱθέντων , συγκαταιτιάομαι to be jointly accused aor part mp masc/neut gen pl (attic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)